Ανεξήγητη η απόφαση για δειγματοληπτικά (τζάμπα) τεστ εντός ελληνικού εδάφους και όχι υποχρεωτικά στις χώρες προέλευσης.
Την τελευταία μέρα του Μαΐου, πολύ πριν αρθούν τα μέτρα υποχρεωτικού ελέγχου και καραντίνας για τις αεροπορικές μετακινήσεις των Ευρωπαίων, η εφημερίδα «Η Καθημερινή» φιλοξένησε μια σχεδόν ολοσέλιδη συνέντευξη του Γερμανού υφυπουργού Τουρισμού Τόμας Μπάραϊς με τον βαρύγδουπο τίτλο: «Οι διακοπές στην Ελλάδα το καλοκαίρι θα είναι εφικτές». Στη συνέντευξη αυτή ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης Μέρκελ, αφού αποφάνθηκε ότι η «Γερμανία είναι μια ασφαλής χώρα, όπως και η Ελλάδα», προανήγγειλε την άρση των περιορισμών για τους Γερμανούς τουρίστες.
Τώρα, με ποια ακριβώς ιδιότητα μίλησε, δεν γνωρίζω. Του υγειονομικού «εξπέρ» που αποφαίνεται ότι ο ήλιος «σκοτώνει τον κορονοϊό»; Του ατζέντη των γερμανικών τουριστικών επιχειρήσεων; Του επάρχου της ελληνικής αποικίας; Θα σας γελάσω. Και δεν έχει πλέον τόση σημασία, αφού η δική του απόφαση έγινε επίσημη πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης, με όποιο ρίσκο αυτή συνεπάγεται.
Τα παράλογα στην απόφαση της κυβέρνησης
Γιατί η Ελλάδα ανοίγει αύριο τα βασικά αεροδρόμια σε τουρίστες από 29 χώρες, εκτός από τον Γερμανό αξιωματούχο, το ξέρουν μόνον ο πρωθυπουργός που το αποφάσισε και η υγειονομική επιτροπή «σοφών» που τον συμβουλεύει. Για να επιτρέψουν μια τέτοια κίνηση οι ειδικοί, οι οποίοι θέλουμε να πιστεύουμε ότι δεν θα διακινδύνευαν το κύρος τους στον βωμό πολιτικών ή προσωπικών σκοπιμοτήτων, φαίνεται ότι οι πιθανότητες να μην υπάρξουν παρατράγουδα είναι ισχυρές. Δουλειά τους είναι να τις προβλέψουν, και όχι δική μας. Και αν κρίνουμε από τις μέχρι τώρα επιδόσεις της Ελλάδας στην κρίση της πανδημίας, τη δουλειά τους την ξέρουν καλά.
Υπάρχουν, όμως, αρκετά παράλογα στην απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης, τα οποία είναι δική μου δουλειά να επισημάνω, ώστε να ξέρουμε, σε περίπτωση ατυχούς κατάληξης του εγχειρήματος, σε ποιον ανήκουν οι πολιτικές ευθύνες. Οπως και το ποιος «θα πληρώσει το μάρμαρο» αυτής της αθρόας και ανεξέλεγκτης ροής υποψήφιων φορέων του κορονοϊού, είτε οδηγηθούμε σε υγειονομική κρίση είτε όχι.
Δεν είναι προαπαιτούμενο το διαγνωστικό τεστ στις χώρες προέλευσης
Το πρώτο και κραυγαλέο «παράλογο» στην όλη υπόθεση ήταν η απόφαση να μην τεθεί ως προαπαιτούμενο για τις αεροπορικές τουριστικές αφίξεις το διαγνωστικό τεστ στις χώρες προέλευσης των ταξιδιωτών, έστω κι αν αυτές εμφανίζουν «καλά» επιδημιολογικά χαρακτηριστικά. Ειδικά δε αυτό το τελευταίο είναι σχετικό: Με κοντά στα 200.000 κρούσματα σε πληθυσμό 83.000.000 η Γερμανία, που συγκαταλέγεται στις «ασφαλείς» χώρες, μάλλον δεν μπορεί να συγκριθεί με την Ελλάδα, που κατέγραψε 3.000 κρούσματα σε πληθυσμό 10.700.000 ανθρώπων.
Τα γερμανικά κρούσματα, αναλογικά, είναι σχεδόν δεκαπλάσια από τα ελληνικά, βάσει μιας στοιχειώδους μαθηματικής αναγωγής. Ταυτοχρόνως η Γαλλία των 67.000.000, που έχει περίπου 155.000 κρούσματα, δεν συμπεριλαμβάνεται στις χώρες, της πρώτης «ασφαλούς» ταχύτητας και περιμένει τη σειρά της για αργότερα… Μυστήρια πράγματα.
Η κυβέρνηση αρχικά είχε επιδιώξει, πολύ λογικά, να γίνονται υποχρεωτικά τεστ στις χώρες προέλευσης, τα έξοδα των οποίων θα επιβάρυναν τους ταξιδιώτες ή τις υγειονομικές Αρχές των χωρών τους. Η αυτονόητη αυτή προϋπόθεση, που θα δημιουργούσε αίσθηση αυξημένης ασφάλειας και για τους ίδιους τους ταξιδιώτες, σκόνταψε για κάποιο περίεργο λόγο σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως «ατελέσφορη».
Από υγειονομικής απόψεως, ήταν απόλυτα ορθή και επιβεβλημένη. Μόνο ένας ηλίθιος (ξέρω τουλάχιστον έναν στην κυβέρνηση) μπορεί να ισχυριστεί ότι επειδή τα τεστ αυτά, με τα οποία κατεγράφησαν παγκοσμίως όλα τα κρούσματα, δεν εξασφαλίζουν 100% ακριβή διάγνωση ας τα αφήσουμε καλύτερα, γιατί μπορεί μας μπερδέψουν!
60-80 ευρώ, το κόστος για μια οικογένεια με δύο παιδιά
Από οικονομικής απόψεως, όμως, ο λογαριασμός είναι βαρύς. Οπως είπε ο καλός Γερμανός «φίλος» μας που αποφάσισε το άνοιγμα των συνόρων στην «Καθημερινή», «αν ένα τεστ κάνει 60-80 ευρώ, το κόστος για μια οικογένεια με δύο παιδιά θα μπορούσε να υπερβεί τα 300 ευρώ. Είναι πολλά τα λεφτά, ίσως περισσότερα από το κόστος για την πτήση». Σωστά. Οπότε ας βρει τρόπο να πληρώσει τον λογαριασμό η υπερχρεωμένη Ελλάδα…
Στην Κύπρο, που είναι σοβαρό κράτος και όχι ετερόφωτο, από τις 9 Ιουνίου, όταν άνοιξαν τα αεροδρόμια για πολίτες από19 χώρες, αποφασίστηκε να τεθεί ως προϋπόθεση για την άφιξή τους η διενέργεια τεστ τουλάχιστον 72 ώρες πριν από την πτήση. Οι τουρίστες, δηλαδή, θα επιδεικνύουν ένα είδος πιστοποιητικού ανοσίας για να εισέρχονται στη χώρα. Επιπλέον, αποκλείστηκαν μέχρι νεωτέρας οι Βρετανοί, με τη σύμφωνη γνώμη των ξενοδόχων του νησιού, παρότι αντιπροσωπεύουν το 25% του συνόλου των επισκεπτών σε ετήσια βάση!
Στην Ελλάδα, αντιθέτως, η κυβέρνηση, που σπεύδει για την πλησιέστερη τουαλέτα όταν ακούει τις λέξεις «Γερμανός τουρίστας», σκέπτεται χουβαρντάδικα. Αποφάσισε, δηλαδή, να μετακυλίσει όλο το κόστος του ελέγχου στον Ελληνα φορολογούμενο.
Δειγματοληπτικά
Τα τεστ θα γίνονται δειγματοληπτικά με βάση την επιδημιολογική εικόνα στις χώρες προέλευσης: ένα δυο έλεγχοι ανά πτήση στις «πράσινες», πέντε δέκα έλεγχοι στις «κίτρινες», είκοσι τριάντα στις «πορτοκαλί», ενώ στις κόκκινες ενδεχομένως να γίνεται δειγματοληψία και στους μισούς επιβάτες της πτήσης. Πολύ ωραία. Μόνο που, σύμφωνα με τον επιδημιολογικό χάρτη της Deloitte, η Γερμανία ανήκει στην… πορτοκαλοκόκκινη κατηγορία.
Σύμφωνα, επίσης, με άλλη έρευνα, το 62% των Γερμανών δηλώνει έτοιμο να ταξιδέψει άμεσα στο εξωτερικό (ποσοστό μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα). Για σκεφτείτε το λοιπόν: Το 1/3 από τα 4.000.000 που έρχονται ετησίως, σε συνδυασμό με όλους τους άλλους της «πρασινο-πορτοκαλο-κόκκινης» φυλής, προϋποθέτει αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες δειγματοληπτικά τεστ. Αυτοί, δηλαδή, οι έλεγχοι τυχαίας δειγματοληψίας που δεν έγιναν για τους Ελληνες (η χώρα μας έχει έναν από τους μικρότερους αριθμούς τεστ κατ’ αναλογίαν πληθυσμού) θα γίνουν για τους ξένους.