Προβληματισμός για τις αμερικανικές φρεγάτες στην επιλογή των οποίων καταλήγει το υπουργείο Εθνικής Άμυνας – Τα προβλήματα των υπό παραγγελία πλοίων και οι ενστάσεις για το πρόγραμμα των 5,5 δισ. ευρώ
Τα περίπου 15 δισ. ευρώ που προϋπολογίζεται να εκταμιευθούν σταδιακά εντός της επόμενης δεκαετίας θα δαπανηθούν για τρία βασικά προγράμματα: τη σίγουρη απόκτηση 18 γαλλικών μαχητικών αεροσκαφών Rafale, την οριστικοποιούμενη ναυπήγηση τεσσάρων φρεγατών και τη σχεδιαζόμενη αγορά 18-24 αμερικανικών μαχητικών αεροσκαφών F-35. Το σχέδιο της προμήθειας μιας μοίρας αμερικανικών μαχητικών Stealth τύπου Joint Strike Fighter, ωστόσο, είναι ερώτημα αν μπορεί να υλοποιηθεί άμεσα, ακόμη και μέσα στο 2021, δεδομένων των ορίων που τίθενται από το Γενικό Λογιστήριο για μια αγορά που αναμένεται να αγγίξει τα 3,5-4 δισ. ευρώ και με σχεδόν βέβαιη την απαίτηση της Ουάσινγκτον για εμπροσθοβαρή αποπληρωμή του προγράμματος. Με τη δρομολογούμενη άμεση απόκτηση μιας μοίρας από 18-24 μαχητικά πέμπτης γενιάς F-35, μαζί με την αγορά 18 Rafale, η Ελλάδα δεν θα πετύχει απλώς ισορροπία δυνάμεων με την Τουρκία, αλλά θα διεκδικήσει υπεροπλία. Ωστόσο, αν δεν κλείσει τώρα η συμφωνία για απόκτηση F-35, οι εξελίξεις θα είναι στην ευχέρεια της Τουρκίας. Ενδεχόμενη στροφή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προς τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα μπορούσε να επαναφέρει την Τουρκία στο πρόγραμμα των F-35 και τότε η Ελλάδα θα βρεθεί να κυνηγάει τις εξελίξεις.
Οι τελευταίες εξελίξεις
Δύσκολη εξίσωση
«Το Πολεμικό Ναυτικό, οποιαδήποτε φρεγάτα κι αν του πεις ότι θα αποκτήσει, θα πει ναι γιατί λειτουργεί με φρεγάτες του 1980», αναφέρει στο «ΘΕΜΑ» απόστρατος αξιωματικός. Τα πράγματα, ωστόσο, δεν είναι τόσο απλά, διότι η απόφαση ναυπήγησης τεσσάρων φρεγατών MMSC, προϋπολογιζόμενου κόστους 4 δισ. ευρώ, που θα δοθεί πακέτο με τη λεγόμενη «μεταβατική λύση» απόκτησης φρεγατών για το διάστημα των 7-8 ετών μέχρι να χτιστούν οι καινούριες φρεγάτες έχει προκαλέσει γκρίνια στο Πολεμικό Ναυτικό.
Αρκετοί επισημαίνουν ότι χωρίς να γίνει διαγωνισμός αποφασίστηκε να αποκτηθεί η πλατφόρμα Multi Mission Surface Combatant (MMSC) που στηρίζεται στο πλοίο «LCS Freedom» του Αμερικανικού Ναυτικού. Η πλατφόρμα LCS θεωρείται ένα περίπου αποτυχημένο πρόγραμμα. Αρχικά προβλεπόταν η ναυπήγηση 355(!) πλοίων μέσα στις επόμενες δεκαετίες, όμως το πρόγραμμα διακόπηκε το 2014 και τελικά κατασκευάστηκαν μόλις 16 πλοία. Διαπιστώθηκαν υπερβάσεις κόστους, μεγάλα τεχνικά προβλήματα και χαμηλή διαθεσιμότητα (ποσοστό 65% του στόλου τους βρίσκεται σε ναυστάθμους για εργασίες), ενώ το ετήσιο κόστος συντήρησης για κάθε πλοίο υπολογίζεται στα 79 εκατ. δολάρια. Τα τέσσερα πρώτα LCS αποσύρθηκαν, αφού η αναβάθμισή τους κρίθηκε ασύμφορη. Η ανησυχία πολλών στο Πολεμικό Ναυτικό είναι μήπως κάποια από αυτά τα πλοία κατευθυνθούν στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της ενδιάμεσης λύσης για την οποία προϋπολογίζονται 300 εκατ. ευρώ. Τα τελευταία 24ωρα λόγω της συνειδητοποίησης από το υπουργείο Εθνικής Αμυνας ότι τα πλοία που προσφέρονται ως ενδιάμεση λύση είναι παρωχημένα, γίνεται προσπάθεια να ξαναμπούν στη συζήτηση οι αμερικανικές φρεγάτες Arleigh Burke, που αποτελούν διακαή πόθο των μάχιμων αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού.
Οι κακές γλώσσες συνδέουν την απόφαση για απόκτηση των φρεγατών MMSC και με τον διαγωνισμό της ιδιωτικοποίησης των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά και τις αποφάσεις που αναμένονται σχετικά με το θέμα στις 27 Νοεμβρίου, αφού ο σχεδιασμός προβλέπει τη ναυπήγηση των τριών από τα τέσσερα πλοία στα ΕΝΑΕ, ενδεχόμενο που θα μπορούσε να αποτελεί επίζηλη προίκα για τον επίδοξο αγοραστή. Με τις μετασκευές που αξιώνει το Πολεμικό Ναυτικό, από το προϋπολογιζόμενο τίμημα των 4 δισ. ευρώ το τελικό κόστος για την κατασκευή των τεσσάρων φρεγατών MMSC μπορεί εύκολα να εκτοξευτεί στα 6 δισ., όσα δηλαδή καταβάλλει η Σαουδική Αραβία.
Προς απάντηση είναι αν έχει γίνει συγκριτική αξιολόγηση της αμερικανικής πρότασης με την αντίστοιχη γαλλική για τις φρεγάτες Belh@arra ή την ολλανδική, αλλά και αν έχει προηγηθεί η απαιτούμενη προετοιμασία για μια τόσο σοβαρή απόφαση που θα δεσμεύσει το Πολεμικό Ναυτικό για τα επόμενα 40-50 χρόνια.