Ο μεγαλύτερος άμεσος αντίκτυπος στο κόστος των πληρωμών, που προέρχεται από την πανδημία, ήταν η «μετανάστευση» των καταναλωτών από μετρητά σε κάρτες, λόγω του φόβου της μόλυνσης. Αυτό αποτυπώθηκε ιδιαίτερα σε ανέπαφες πληρωμές, οι οποίες αυξήθηκαν στην ΕΕ-27 τουλάχιστον 50% κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Αυτό αναφέρει σε σημερινό άρθρο του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης, και υπογραμμίζει: «Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τη λειτουργία του κανονισμού για την ανταλλαγή τελών δεν έλαβε τελικώς υπόψη τις αυξανόμενες αποδείξεις και τις μαζικές αυξήσεις των τελών των καρτών, που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό της ΕΕ».
Όπως αναφέρει ο κ. Κορκίδης, η μετάβαση από μετρητά σε ανέπαφες συναλλαγές αύξησε το κόστος πληρωμών σε εμπορικά καταστήματα και καταναλωτές. Το γεγονός μάλιστα ότι τα τέλη ανταλλαγής και προμήθειας είναι κατά μέσο όρο 13% υψηλότερα, σημαίνει και αύξηση τιμών. Σχεδόν το 80% των συναλλαγών με κάρτες στην Ευρώπη διαχειρίζονται δύο αμερικανικές εταιρείες με παγκόσμια εμβέλεια. Οι έμποροι λιανικής και χονδρικής, καθώς και επιχειρήσεις διαμονής, τουρισμού και αεροπορικών ταξιδιών, που έχουν ήδη πληγεί από τον COVID-19, είδαν αυτές τις εταιρείες να αυξάνουν τις χρεώσεις τους, αφού δεν καλύπτονται από τον κανονισμό περί ανταλλαγής τελών. Μόνο τους τελευταίους 18 μήνες, έχουν εισπράξει επιπλέον 800 εκατ. ευρώ από τα ταμεία των επιχειρήσεων και τελικά τις τσέπες των καταναλωτών. Επιπλέον, η ΕΕ επιτρέπει σε αυτά τα συστήματα καρτών να παγιώσουν τη θέση τους, καθιστώντας τα ανταγωνιστικά σχήματα λιγότερο ελκυστικά για τις τράπεζες.
Η κατάσταση αυτή πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθείται στενά και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, οφείλουν να δώσουν λύσεις μέχρι τέλος του έτους, όπως υπογραμμίζει ο πρόεδρος και προσθέτει ότι η ΕΕ καλείται να ενεργήσει βάσει των νέων στοιχείων και να μην περιμένει ακόμη μεγαλύτερη οικονομική ζημιά από τα δύο συγκεκριμένα συστήματα καρτών που χρησιμοποιούν την ισχύ της αγοράς τους για να αποκομίσουν περαιτέρω κέρδη από τους καταναλωτές.
Αποδεικτικά στοιχεία από ανεξάρτητους συμβούλους πληρωμών, συνεχίζει το άρθρο, δείχνουν ότι τα συστήματα καρτών, σταμάτησαν να συλλέγουν δεδομένα το 2018, αύξησαν τις αμοιβές τους, που δεν καλύπτονται από τον IFR κανονισμό (Interchange Fee Regulation) κατά περίπου 50%, ενώ υπήρξαν προγράμματα «εξ αποστάσεως πληρωμών» με αυξήσεις στις χρεώσεις κατά 150%.
Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι να δούμε μεγαλύτερο ανταγωνισμό στις πληρωμές μέσω καινοτομίας και προτάσεων στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πληρωμών, αλλά όπως συνήθως βλέπουμε, οι ισχυροί «παίχτες» μπορούν να εξουδετερώσουν τους ανταγωνιστές, εάν οι ρυθμιστικές αρχές δεν ενεργούν.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ σημειώνει στη συνέχεια ότι υπήρξαν ήδη τέσσερις αποτυχημένες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες που προσέφεραν εναλλακτικές λύσεις στα μεγάλα συστήματα πληρωμής μέσω καρτών. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί ξανά και ξανά, εάν δεν αναληφθεί πειστική δράση τώρα. Μια πληθώρα καταγγελιών κατά των συστημάτων καρτών έχουν κατατεθεί τα τελευταία είκοσι χρόνια, οι οποίες μάλιστα οδήγησαν στην εφαρμογή του κανονισμού IFR περί ανταλλαγής τελών. Η ΕΕ είναι αυτή που σε μεγάλο βαθμό πρέπει να παρέμβει εκ νέου και να αλλάξει τη νομοθεσία, αφού δεν υπάρχουν άλλες δυνατότητες. Ειδικότερα, είναι επιτακτική ανάγκη η Ευρωπαική Επιτροπή να ενεργήσει και να ενσωματώσει στον κανονισμό νέες ρυθμίσεις. Απαιτείται ρύθμιση των συνολικών τελών που χρεώνονται στους αγοραστές καρτών πληρωμής και τα οποία, με τη σειρά τους, μεταβιβάζονται στις επιχειρήσεις και τελικά στους πελάτες τους.
Χρειάζεται η κατάργηση όλων των ουσιαστικών εξαιρέσεων στον κανονισμό, σύμφωνα με τον κ. Κορκίδη, ώστε να καλύπτονται οι εμπορικές κάρτες, τα τριμερή συστήματα, οι αναλήψεις μετρητών σε ΑΤΜ και άλλες συναλλαγές μέσω καρτών. Να είναι υποχρεωτικά τα ελάχιστα τέλη ανταλλαγής για αναλήψεις μετρητών και καταθέσεις σε ΑΤΜ για τη διατήρηση της επιλογής των καταναλωτών και των εναλλακτικών μετρητών. Τέλος να προβλέπονται ισχυρές και αποτρεπτικές κυρώσεις για μη συμμόρφωση με τον κανονισμό. Συμπερασματικά ο κανονισμός περί ανταλλαγής τελών (IFR) δεν πέτυχε στον ρυθμιστικό ρόλο του, που ήταν να αντιμετωπίσει τις «κρυφές χρεώσεις» που επιβάλλονται για την αποδοχή των καρτών πληρωμής. Ας ελπίσουμε πως η επίτευξη του στόχου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για «χαμηλότερες τιμές για όλους», σε αγαθά και υπηρεσίες σε όλη την Ευρώπη, θα πραγματοποιηθεί καλύπτοντας τα σημαντικά κενά που υπάρχουν στον κανονισμό και καθιστώντας τελικά τις κάρτες πληρωμής λιγότερο ακριβές για αποδοχή.