40 χρόνια αποβιομηχάνισης της Ελλάδας: Οι αιτίες και τα λάθη για το… «φαλιμέντο» εμβληματικών εταιριών
- Από τον Ανέστη Ντόκα
Ο φετινός Μάρτιος φέρνει λουκέτο σε ακόμη δύο ιστορικές βιομηχανίες, καθώς ως το τέλος του μήνα έχει προγραμματιστεί το κλείσιμο του εργοστασίου της Pitsos στου Ρέντη, ενώ η διοίκηση της εν Ελλάδι θυγατρικής της BSH βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους εργαζομένους για το πακέτο εθελουσίας. Λουκέτο στο εργοστάσιό της στη Θήβα βάζει στις 31 Μαρτίου και η Pipelife Ελλάς, αφήνοντας στον δρόμο συνολικά 70 εργαζομένους.
Στην έρευνα που έκανε η «δημοκρατία» σας παρουσιάζει τις μεγαλύτερες χρεοκοπίες εμβληματικών βιομηχανιών της χώρας.
Pirelli, Goodyear
Με διαφορά πέντε ετών ανάμεσα στα δύο λουκέτα, από το 1991 της Pirelli στην Πάτρα ως το 1996 της Goodyear στη Θεσσαλονίκη, οι δύο αυτές περιπτώσεις αναφέρονται ως ιστορικά παραδείγματα. Εκκωφαντικό ήταν το παράδειγμα της Pirelli, η οποία έβαλε λουκέτο στο εργοστάσιο της Πάτρας το 1991, εξαιτίας των πολυήμερων απεργιακών κινητοποιήσεων που οδήγησαν σε ρήξη τις σχέσεις εργοδοτών – εργαζομένων, με συνέπεια να μείνουν χωρίς δουλειά 500 άνθρωποι. Η απόφαση για να μεταναστεύσει η εταιρία στην Τουρκία ελήφθη μέσα σε ένα βράδυ.
Σε μια δραματική τηλεφωνική συνομιλία της εδώ διοίκησης με τα κεντρικά στο Μιλάνο, ο ιδιοκτήτης της Λεοπόλντο Πιρέλι ζήτησε να σφραγιστεί το εργοστάσιο και να εγκαταλείψει τη χώρα η ιταλική πολυεθνική. Την ίδια χρονική περίοδο η αμερικανική Goodyear αποφάσιζε λουκέτο για το εργοστάσιο της Goodyear Hellas στη Θεσσαλονίκη, το μοναδικό εργοστάσιο ελαστικών που είχε απομείνει εδώ. Πολλές πικρές βιομηχανικές ιστορίες γράφτηκαν και για άλλες ιστορικές επιχειρήσεις, όπως για την Πειραϊκή – Πατραϊκή (4.000 εργαζόμενοι), τη χαρτοβιομηχανία Λαδόπουλου (1.200 εργαζόμενοι), την Ελλάς Α.Ε. (120 εργαζόμενοι), που είχαν την ίδια τύχη.
Επίσης σφραγίστηκαν εταιρίες όπως η καλτσοβιομηχανία Μάντισον (250 εργαζόμενοι), η οινοποιία ΒΕΣΟ (300 εργαζόμενοι), η Ντρέσκο (200 εργαζόμενοι), η Χαρτοποιία Αιγίου (550 εργαζόμενοι), η μονάδα ενδυμάτων Ρετσίνα (300 εργαζόμενοι).
Δεκαετίες ’80, ’90
Την αλυσίδα των λουκέτων στην ελληνική βιομηχανία τη δεκαετία του ’80 άνοιξε η Τεοκάρ και στη συνέχεια ακολούθησαν τα Κλωστήρια Φιλιατών, η εταιρία Ρόκα, η πώληση των Τσιμέντων Χαλκίδας, αλλά και των μεταλλείων πρώην Σκαλιστήρη, το κλείσιμο των Μεταλλείων Φωκίδας, τα Φωσφορικά Λιπάσματα, το λουκέτο στα Πλαστικά Καβάλας και των Μεταλλείων Χαλκιδικής, το κλείσιμο των γραμμών παραγωγής της Βιαμύλ.
Τη δεκαετία του 1990 ακολούθησαν τα λουκέτα στη Διεθνή Βιομηχανία Ενδυμάτων στην Καλαμάτα, στη Λαυρεωτική, στην ακτοπλοϊκή εταιρία ΔΑΝΕ. Επίσης είχε ξεκινήσει η κατάρρευση της ιστορικής καπνοβιομηχανίας Κεράνης, ενώ οι όμιλοι Λαναρά – Αργυρού ολοκλήρωσαν τον κύκλο τους γράφοντας ουσιαστικά τον επίλογο της ελληνικής κλωστοϋφαντουργίας.
ΔΕΛΤΑ, ΕΛΑΪΣ, Pepsico
Πρόσφατα έκλεισε το εργοστάσιο παγωτού της ΔΕΛΤΑ στον Ταύρο, ενώ και η ΕΛΑΪΣ – Unilever που διατηρεί βιομηχανική εγκατάσταση στην Πειραιώς έπαψε την παραγωγή μαργαρινών, πουλώντας μάλιστα τον τομέα στην Upfield.
Ήταν Οκτώβριος του 2016 όταν ανακοινώθηκε το κλείσιμο του εργοστασίου της Pepsico στα Οινόφυτα. Η εταιρία έκανε λόγο για αλλαγές στην εφοδιαστική αλυσίδα των αναψυκτικών της στην Ελλάδα και ανακοίνωσε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου για τους εργαζομένους της. Είχε προηγηθεί το εργοστάσιο εμφιάλωσης νερού ΗΒΗ στο Λουτράκι το 2013. Τον Αύγουστο του 2016 η Λεβεντέρης προχώρησε στο κλείσιμο του εργοστασίου συρματουργίας στην περιοχή του Βόλου.
Στα τέλη του 2018 έπεσε η αυλαία για την ιστορική βιομηχανία Χαλυβουργική του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου (ιδρυθείσα το 1948), η οποία προστέθηκε στη λίστα των βιομηχανικών λουκέτων που μετρά η χώρα κατά την περίοδο της δημοσιονομικής ύφεσης. Τον Νοέμβριο του 2013 η Αλουμύλ προχώρησε στο κλείσιμο του εργοστασίου της στην Ξάνθη, ενώ η δραστηριότητά της μεταφέρθηκε στο εργοστάσιο στο Κιλκίς.
Hellenic Steel: Η μητρική σε κρίση
Προτού πτωχεύσει η Hellenic Steel στις 13 Μαΐου 2015 (με έδρα τον Δήμο Διαβατών Θεσσαλονίκης) είχε ξεκινήσει η απαξίωσή της, όταν ο βασικός της μέτοχος με ποσοστό 52%, η πολυεθνική ιταλική βιομηχανία χάλυβα ILVA, βρέθηκε σε σοβαρή κρίση που οδήγησε εν τέλει στην κρατικοποίησή της από το ιταλικό Δημόσιο.
Συγκεκριμένα, η ιταλική ILVA Commerciale τον Ιούνιο του 2013 τέθηκε υπό την επιτροπεία της ιταλικής κυβέρνησης λόγω των σοβαρών προβλημάτων πρόκλησης περιβαλλοντικής ρύπανσης στη μονάδα του Τάραντα. Οι μετοχές από την ιδιοκτήτρια οικογένεια Ρίβα πέρασαν στο ιταλικό δημόσιο, το οποίο εξασφάλισε από τις τράπεζες 650.000.000 ευρώ, που διατέθηκαν αποκλειστικά και μόνο για τις ιταλικές μονάδες. Το θέμα της Hellenic Steel έγινε γνωστό τον Σεπτέμβριο του 2014, έπειτα από επιστολή των εργαζομένων της εταιρίας στον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, οι οποίοι ζητούσαν τη λήψη μέτρων προκειμένου η εταιρία να μην «κατεβάσει ρολά».
Οι εργαζόμενοι ζητούσαν από την ελληνική κυβέρνηση να μεσολαβήσει στην ιταλική κυβέρνηση και στη μητρική εταιρία ILVA, ώστε να αποτραπεί η εκκαθάριση της ελληνικής εταιρίας και να δοθεί παράταση χρόνου για να αναζητηθούν άλλες λύσεις (αγοραστές, επενδυτές, κ.ά.). Μέχρι να πτωχεύσει η εταιρία ήταν μία από τις πέντε μεγαλύτερες χαλυβουργικές μονάδες της Ελλάδας και διέθετε ισχυρή εξαγωγική δραστηριότητα.
Κλωνατέξ: Κατάρρευση μιας δυναστείας
Το 1999, όταν σχεδόν ολόκληρη η Ελλάδα είχε καταληφθεί από τη χρηματιστηριακή μανία, ο αείμνηστος Θωμάς Λαναράς διοικούσε την οικογενειακή του επιχείρηση Κλωνατέξ η κεφαλαιοποίηση της οποίας ξεπερνούσε τα 3 δισ. ευρώ.
Στα τέλη της δεκαετίας του 2000 η Ενωμένη Κλωστοϋφαντουργία ήταν ήδη σε ημιθανή κατάσταση. Τα δάνεια ήταν όλα σε καθυστέρηση από το 2008. Από τον Μάρτιο του 2009 οι παραγωγικές της δραστηριότητες είχαν ουσιαστικά σταματήσει. Τον Φεβρουάριο του 2010 ανεστάλη η διαπραγμάτευση της μετοχής της στο Χρηματιστήριο Αθηνών, αν και ήταν μεταξύ των εταιριών που είχαν πρωταγωνιστήσει στις ένδοξες ημέρες της Σοφοκλέους που οδήγησαν στη φούσκα. Toν Ιούνιο του 2010 η κυβέρνηση Παπανδρέου στήριξε ακόμα ένα σχέδιο αναδιάρθρωσης. Η επιχείρηση συμφωνήθηκε τότε να λάβει κοινοπρακτικό δάνειο 63.600.000 ευρώ με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου. Οι βασικοί όροι ήταν να συρρικνωθεί δραστικά και να αποκλειστούν ο Θωμάς Λαναράς και άνθρωποι του περιβάλλοντός του από το σχήμα.
Ενάμιση χρόνο αργότερα ο Λαναράς θα έφευγε από τη ζωή σε ηλικία 54 ετών, κλονισμένος από την κατάρρευση μιας δυναστείας που είχε διαρκέσει έναν αιώνα. Οσοι γνώριζαν καλά τον ίδιο αλλά και την επιχειρηματική του διαδρομή, του καταλόγιζαν σειρά σημαντικών λαθών. Επισημαίνουν ότι χρησιμοποίησε τα χρήματα που άντλησαν οι επιχειρήσεις του από το Χρηματιστήριο για αντιπαραγωγικές δραστηριότητες. Επίσης, λένε ότι ενώ έβλεπε τον κίνδυνο της εισαγωγής φτηνών ενδυμάτων από την Κίνα να έρχεται, δεν έκανε απολύτως τίποτε, απλά παρακολουθούσε τις υπεραξίες στο χρηματιστηριακό ταμπλό.
Πλαστικά Πετζετάκη: Εξαγορές με δανεικά
Τη δεκαετία του ’90 ο επιχειρηματίας, Γιώργος Πετζετάκης, με την περηφάνια του επικεφαλής ενός πρωτοπόρου ομίλου, έτρεφε μεγάλες φιλοδοξίες. Με αρωγό το καθεστώς των εύκολων πιστώσεων, η εταιρία προχώρησε σε σειρά εξαγορών ανά τον κόσμο, στον Καναδά, στη Νότια Αφρική, στην Ευρώπη.
Την εποχή της ακμής ο όμιλος διέθετε 11 μονάδες παραγωγής και πωλήσεις σε 70 χώρες. Οι εξαγορές που πραγματοποιήθηκαν υπό την καθοδήγηση του Γιώργου Πετζετάκη έγιναν με δανεικά, επιβαρύνοντας υπερβολικά τους ισολογισμούς της εταιρίας. Ο ίδιος σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις έχει παραδεχτεί εκ των υστέρων ότι έγιναν λάθη, με κυριότερο το γεγονός ότι δεν κατάφερε να εκτιμήσει επαρκώς τη δυναμική του ανταγωνισμού. Ο επιχειρηματίας δεν αντιλήφθηκε ότι οι επιπτώσεις από τη λήξη της πατέντας που είχε η εταιρία το 1990 (μετά την παρέλευση τριακονταετίας) θα ήταν εξαιρετικά δυσάρεστες. Αλλωστε, η κληρονομιά του, που ήταν αξιοζήλευτη σε διεθνές επίπεδο, θάμπωνε και τους ειδικούς.
Ο αείμνηστος πατέρας του Αριστόβουλος Πετζετάκης, τον οποίον η βρετανική εφημερίδα «Financial Times» είχε χαρακτηρίσει «εφευρέτη πρώτης τάξης», ίδρυσε τη βιομηχανία πλαστικών σωλήνων το 1960, με βάση την πρωτοποριακή μέθοδο παραγωγής εύκαμπτων πλαστικών σωλήνων, ενισχυμένων με σπειροειδές PVC. Αρκετοί ήταν αυτοί που βρήκαν ευκαιρία να σπαταλήσουν ή ακόμη και να κλέψουν από την τεράστια περιουσία της «Πετζετάκις», όπως λένε άνθρωποι που γνωρίζουν τις εξελίξεις της περιόδου εκείνης.
Το 2012 βγήκαν σε πλειστηριασμό οι εγκαταστάσεις της πρώην ελληνικής πολυεθνικής στη Βόρεια Ελλάδα και ακολούθησε το εργοστάσιο στη Θήβα.
Καπνοβιομηχανία Γεωργιάδη: Υψηλός δανεισμός
Η καπνοβιομηχανία Γεωργιάδη γονάτισε από τον υψηλό δανεισμό. Η οικογένεια Φαντοπούλου, που είναι οι βασικοί μέτοχοί της, δεν ήταν σε θέση να στηρίξουν οικονομικά την επιχείρηση. Η ιστορική καπνοβιομηχανία Γεωργιάδη είχε ιδρυθεί το 1938 και η ναυαρχίδα των σημάτων της ήταν το Αντινικότ «22».
Τα τελευταία χρόνια πριν από την πτώχευση οι πωλήσεις της έφθιναν και η επιχείρηση εμφάνιζε ζημίες, αφού το κόστος πωλήσεων ξεπερνούσε τον συνολικό τζίρο. Η αδυναμία εξαγωγών προέκυψε για πρώτη φορά στις αρχές του 2010. Και αυτό, γιατί καταλογίστηκαν πρόστιμα από το Δημόσιο για διαφυγόντες δασμούς. Η εταιρία προσέφυγε στα δικαστήρια, αλλά ώσπου να τελεσιδικήσει η υπόθεση δεσμεύτηκαν οι τραπεζικές εγγυήσεις της, κάτι που έφερε και την αδυναμία εξαγωγών. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πωλήσεις της εταιρίας το 2010 κατακρημνίστηκαν στα 748.000 ευρώ έναντι 5.000.000 ευρώ το 2009. Ο τελευταίος δημοσιοποιημένος ισολογισμός του 2011 κατέγραψε πωλήσεις 317.000 ευρώ και συσσωρευμένες ζημίες 10.000.000 ευρώ.
Η διευθύνουσα σύμβουλος της εταιρίας Ιωάννα Φαντοπούλου προσπάθησε να παίξει το τελευταίο της χαρτί το 2011 ποντάροντας υποχρεωτικά στην εγχώρια αγορά. Λάνσαρε το σήμα MG Gold με τιμή 2,60 ευρώ, συμπιέζοντας τα περιθώρια κέρδους, έτσι ώστε να διατηρηθεί στην αγορά. Μάλιστα, αύξησε την προμήθεια των λιανοπωλητών και με μια δραματική σε τόνο επιστολή της προς τους συνδέσμους των περιπτερούχων ζήτησε τη στήριξή τους. Το πείραμα δεν πέτυχε, υπήρξαν καταγγελίες από την πλευρά της για πόλεμο από τις πολυεθνικές και έτσι η επιχείρηση, που κάποτε απασχολούσε 80 εργαζομένους, έκλεισε το 2012.
Philkeram Johnson: Ο θάνατος της οικοδομής
Η μεγάλη μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας έριξε τους τίτλους τέλους στην ιστορική εταιρία Philkeram Johnson. Η κρίση από το 2009 τσάκισε την οικογενειακή εταιρία, η οποία αναγκάστηκε να κάνει 60 απολύσεις. Η πορεία ήταν προδιαγεγραμμένη. Βασικός λόγος ήταν η κατάρρευση της οικοδομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα. Στα τέλη του 2011, πνιγμένη από τα χρέη, κηρύχθηκε σε πτώχευση, ενώ η οικοδομική δραστηριότητα στη χώρα κλονιζόταν και οι εξαγωγές δεν μπορούσαν να σηκώσουν οικονομικά τη Philkeram.
Ο Γιώργος Φιλίππου ήταν ο ιδιοκτήτης μιας από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες της νοτιοανατολικής Ευρώπης, με εξαγωγές σε όλο τον πλανήτη και 500 εργαζομένους προσωπικό. Η σύλληψη του προέδρου της Philkeram Johnson κ. Φιλίππου για χρέη, που αφορούσαν μη απόδοση ΦΠΑ ύψους 293.505 ευρώ, ήταν κάτι παραπάνω από χαστούκι.
Η Philkeram Johnson ιδρύθηκε το 1962 από την οικογένεια Φιλίππου και τον Χρήστο Κωνσταντόπουλο στην περιοχή Πατριαρχικό Θεσσαλονίκης. Ξεκίνησε πρώτη στην Ελλάδα την παραγωγή κεραμικών πλακιδίων και έφτασε σε ετήσια παραγωγή τους 5.000.000 τόνους. Οπως όλες οι μεγάλες παραγωγικές μονάδες της Θεσσαλονίκης, έβαλε λουκέτο έπειτα από μακροχρόνιες κινητοποιήσεις των εργαζομένων, αφήνοντας χρέη
προς το Δημόσιο, για τα οποία συνελήφθη ο κ. Φιλίππου. Προηγουμένως η εταιρία είχε υποβάλει αίτηση πτώχευσης, καθώς έχει αναστείλει την παραγωγική δραστηριότητά της.
Shelman: Τη γονάτισαν τα εισαγόμενα
H Shelman ήταν ένα από τα μεγάλα ονόματα της βιομηχανίας για πέντε δεκαετίες. Η βιομηχανία ξύλου που ίδρυσε το 1960 ο Παναγιώτης Ηλιάδης αποτελούσε σημείο αναφοράς στον κλάδο της ξυλείας. Το εμβληματικό λογότυπο με τον ελέφαντα είχε διεθνή αναγνώριση. Η πενηντάχρονη ιστορία της, όμως, έληξε άδοξα παρά την εξαγορά της το 2009 από την εταιρία Alpha Wood, των επιχειρηματιών Αδαμόπουλου – Αγοραστού. Η Shelman διέθετε δύο εργοστάσια σε Χαλκίδα και Κομοτηνή, η αξία των οποίων είχε αποτιμηθεί παλαιότερα σε 60.000.000 ευρώ το καθένα, αλλά η μεγάλη πτώση της εγχώριας ζήτησης για προϊόντα ξυλείας λόγω της καθίζησης της οικοδομής και οι αθρόες εισαγωγές την οδήγησαν στη χρεοκοπία. Τον Ιανουάριο του 2010 ο βασικός μέτοχος Αντώνης Αδαμόπουλος, με την ιδιότητα του νέου βασικού μετόχου της Shelman και μετά την εξαγορά της από την Alfa Wood αντί 11.000.000 ευρώ, ανακοίνωνε ότι όραμά του αποτελούσε «η ανάπτυξη και όχι η συρρίκνωσή της». Η πορεία τον διέψευσε.
Η προσπάθεια του επιχειρηματία να μηδενίσει τις ζημίες των 22.000.000 ευρώ ως το τέλος του 2010 δεν απέδωσε. Κι αυτό γιατί -όπως εκτιμούσαν άνθρωποι της αγοράς- η Shelman ήταν ζημιογόνος από το 2005, με αποτέλεσμα να μειώνει τα ίδια κεφάλαια και να αυξάνει τον δανεισμό της. Οι περικοπές και οι μειώσεις προσωπικού δεν πρόσφεραν τη λύση, ούτε η αίτηση για το άρθρο 99. Η πτώση της οικοδομικής δραστηριότητας κατά 70% τη 2ετία 2011-2013 έδωσε τη «χαριστική βολή».