Ο οδικός χάρτης των παρεμβάσεων που προωθεί το υπουργείο Εργασίας συζητήθηκε μεταξύ άλλων κατά τη σημερινή τηλεδιάσκεψη του υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κ. Χατζηδάκη με το προεδρείο της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ).
«Ο διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους αποτελεί θεσμική μας υποχρέωση και επιδιώκουμε να έχουμε θεσμική επαφή με την ΓΣΕΕ», σημείωσε στην εισαγωγική του τοποθέτηση ο Κ. Χατζηδάκης.
«Πιστεύουμε στην επιχειρηματικότητα. Όπως όμως δεν υπάρχουν εργαζόμενοι χωρίς επιχειρήσεις, δεν υπάρχουν και επιχειρήσεις με τους εργαζομένους στα κεραμίδια», υπογράμμισε, δίνοντας το στίγμα ότι θα επιδιώξει συγκλίσεις, έχοντας ως πυξίδα τις καλές ευρωπαϊκές πρακτικές, την ενωσιακή νομοθεσία και τις συστάσεις του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO).
Από τη ΓΣΕΕ ετέθη υπόψιν του Υπουργού ότι η σχέση που διαμορφώνει η πανδημία είναι ετεροβαρής με δυνατό κρίκο στην αλυσίδα την εργοδοτική πλευρά.
Επίσης έγινε εκτενής ενημέρωση για τα φαινόμενα ακραίας εργοδοτικής παραβατικότητας με ενδεικτικά τα φαινόμενα επιστροφής δώρων, μισθών και αποζημιώσεων ειδικού σκοπού στα μαύρα ταμεία των εργοδοτών, για τις περιπτώσεις παράνομης απασχόλησης κατά τη διάρκεια αναστολής εργασίας και τηλεργασίας ενώ ζητήθηκε από τη ΓΣΕΕ να εντατικοποιηθούν οι έλεγχοι, να υπάρχει συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών (ΣΕΠΕ , ΕΦΚΑ ΑΑΔΕ , οικονομική αστυνομία, εθνική αρχή διαφάνειας).
Ειδικά για την Εθνική Αρχή Διαφάνειας ζητήθηκε η παρουσία εκπροσώπων εργαζομένων κατά τη διενέργεια των έλεγχων που πραγματοποιεί με βάση τον πρόσφατο νόμο που της δίνει δικαιοδοσία έλεγχων.
«Ανταγωνιστικότητα και κοινωνική συνοχή πάνε χέρι-χέρι», τόνισε χαρακτηριστικά ο υπουργός σημειώνοντας ότι η προσέλκυση των επενδύσεων πρέπει να συνδυαστεί με την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας χωρίς εκπτώσεις. Αυτό το πνεύμα θα διαπνέει και το εργασιακό νομοσχέδιο, το οποίο «θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες μιας αγοράς εργασίας, που εξελίσσεται σε οικονομικό και τεχνολογικό επίπεδο».
Στο πλαίσιο αυτό, ανέδειξε ως ζητούμενα τον εκσυγχρονισμό του Σώματος Επιθεώρησης και Εργασίας (ΣΕΠΕ), αλλά και την ενίσχυση της αξιοπιστίας και της διαφάνειας των συνδικαλιστικών οργανώσεων.
«Δεν θα αιφνιδιάσουμε κανέναν», τόνισε ο κ. Χατζηδάκης απευθυνόμενος στην ΓΣΕΕ, δηλώνοντας βέβαιος ότι «το νομοσχέδιο θα καταγραφεί ως θετική μεταρρύθμιση για τον χώρο της εργασίας συνολικά».
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού στην αγορά εργασίας, τόνισε ότι θα καταβληθεί κάθε προσπάθεια τους επόμενους μήνες ώστε η μετάβαση στην «εργασιακή κανονικότητα» (μετά την σταδιακή άρση των προστατευτικών μέτρων όπως οι αναστολές συμβάσεων) να είναι όσο το δυνατόν πιο ομαλή χωρίς αρνητικές επιπτώσεις στην απασχόληση. Σημαντικό ρόλο προς την κατεύθυνση αυτή θα διαδραματίσουν και τα ευρωπαϊκά κονδύλια, με τον Κ. Χατζηδάκη να αναδεικνύει ως προτεραιότητα την βέλτιστη αξιοποίησή τους για δράσεις κατάρτισης εργαζομένων και ανέργων, ώστε να «πιάσουν τόπο»
Κάλεσε μάλιστα την ΓΣΕΕ να προσφέρει τις γνώσεις της στην προσπάθεια αυτή, εκμεταλλευόμενη την εμπειρία του Ινστιτούτου Εργασίας. Συζητήθηκε τέλος και το θέμα των επικουρικών συντάξεων, για το οποίο συμφωνήθηκε να γίνει ειδική συνάντηση μεταξύ του αρμόδιου Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Πάνου Τσακλόγλου και των κοινωνικών εταίρων στο αμέσως επόμενο διάστημα.
Στην τηλεδιάσκεψη συμμετείχαν από πλευράς πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου –πέραν των κ.κ. Χατζηδάκη και Τσακλόγλου- η Γενική Γραμματέας Εργασίας Άννα Στρατινάκη και η Γενική Γραμματέας Κοινωνικών Ασφαλίσεων Παυλίνα Καρασιώτου.
Από πλευράς ΓΣΕΕ συμμετείχαν ο Πρόεδρος Γιάννης Παναγόπουλος, ο αναπληρωτής Πρόεδρος Ευθύμιος Θεοχάρης, ο Γενικός Γραμματέας Νικόλαος Κιουτσούκης και οι κ.κ. Ευάγγελος Μουτάφης, Θάνος Βασιλόπουλος, Νικόλαος Κωστόπουλος και Δημήτριος Καραγεωργόπουλος.