Advertisements

«Μέχρι το Σεπτέμβριο του 2019, το ποσοστό ανεργίας θα επιστρέψει στο 15%, στο επίπεδο που βρισκόταν το 2010».

Αυτό επισημαίνει σε συνέντευξη του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργος Σταθάκης, ενώ απορρίπτει ως αδιανόητη οποιαδήποτε σκέψη περί νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και εκτιμά ότι οι πλειστηριασμοί θα είναι το εργαλείο εξυγίανσης των τραπεζικών χαρτοφυλακίων που τελικά θα χρησιμοποιηθεί λιγότερο.

Advertisements

Σχολιάζοντας τις σχετικές επισημάνσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, ο υπουργός υπογραμμίζει στο Πρακτορείο πως η αγορά έχει προεξοφλήσει τις αναβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης, με αποτέλεσμα οι τιμές των ελληνικών ομολόγων να έχουν ενισχυθεί σε επίπεδα που αντιστοιχούν σε τίτλους επενδυτικής βαθμίδας, παρά το γεγονός ότι η αξιολόγηση των οίκων παραμένει χαμηλή. Επικαλείται, επίσης, και πάλι το παράδειγμα της Πορτογαλίας, όπου όταν ολοκληρώθηκε το μνημόνιο η αξιολόγηση από τους τρεις μεγάλους οίκους ήταν χαμηλότερη της επενδυτικής βαθμίδας.

ΒΡΕΣ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΔΩ

Σε σχέση με τα θέματα της ενέργειας ο υπουργός ΠΕΝ επιβεβαιώνει ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται σε ενίσχυση της θέσης της ΔΕΠΑ στο Νότο, δηλαδή στην Εταιρία Παροχής Αερίου Αττικής, ενώ αναφέρει ότι το θεσμικό πλαίσιο για την αυτονόμηση ιδιοκτησιών από την κεντρική θέρμανση έχει ολοκληρωθεί, συνεπώς δεν πρόκειται να εκδοθεί σχετική εγκύκλιος.

Σε ερώτηση, εξάλλου, για το ενδεχόμενο αλλαγών σε διοικήσεις ΔΕΚΟ του ενεργειακού τομέα αναφέρει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι: «Το υπουργείο ως εποπτεύων φορέας παρακολουθεί στενά τα τεκταινόμενα, αξιολογεί τις επιδόσεις και είναι πάντοτε παρών για να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των επιχειρήσεων, στο πλαίσιο που θέτει η εθνική ενεργειακή πολιτική».

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του Γιώργου Σταθάκη:

ΕΡ: Η κυβέρνηση επιμένει σε καθαρή έξοδο από το μνημόνιο τον Αύγουστο, ενώ η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Τράπεζα της Ελλάδος και η Κομισιόν αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο να υπάρξει ανάγκη για προληπτική στήριξη. Θεωρείτε ότι η καθαρή έξοδος είναι εφικτή παρ’ όλα αυτά;

ΑΠ: Κοινός στόχος της ελληνικής κυβέρνησης και των θεσμών που αναφέρετε είναι με την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, να έχει αποκατασταθεί πλήρως η χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας από τις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Μέχρι σήμερα προχωράμε ομαλά προς την επίτευξη του στόχου αυτού. Το Δημόσιο δανείζεται ήδη με χαμηλά επιτόκια (1,65%) μέσω εντόκων γραμματίων, έχει πραγματοποιήσει τις πρώτες διερευνητικές δημοπρασίες ομολόγων και το επόμενο διάστημα θα προχωρήσει σε ακόμα πιο «φιλόδοξες» κινήσεις. Κυρίως, όμως, οι επενδυτές δείχνουν να προεξοφλούν την αποκατάσταση της ομαλής χρηματοδότησης, αγοράζοντας ελληνικά ομόλογα στην δευτερογενή αγορά. Ήδη το κόστος δεκαετούς δανεισμού έχει υποχωρήσει στο επίπεδο του 4%, έναντι 5,4% στις αρχές Δεκεμβρίου, 6% προ εξαμήνου και 7,3% προ 12μήνου. Υπενθυμίζω ότι τον Σεπτέμβριο του 2013, εννέα μήνες πριν από την έξοδο από το δικό της πρόγραμμα τον Ιούνιο του 2014, το κόστος δεκαετούς δανεισμού για την Πορτογαλία υπερέβαινε το 7%. Φαίνεται, δηλαδή, οι επενδυτές να προεξοφλούν ότι θα έχουμε μια πορεία αντίστοιχη της Πορτογαλίας.

Υπάρχει και η πτυχή της χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα, μέσω των τραπεζών. Έχει ήδη σημειωθεί θεαματική μείωση στην εξάρτηση των τραπεζών από τον έκτακτο μηχανισμό χρηματοδότησης της ΕΚΤ (ο δανεισμός από τον ELA έχει υποχωρήσει στα 25 δισ. ευρώ, έναντι 50 δισ. ευρώ στα τέλη του 2016 και 90 δισ. ευρώ το καλοκαίρι του 2015). Παράλληλα, οι καταθέσεις αυξάνονται σταθερά και οι τράπεζες κατάφεραν να αντλήσουν κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές, μέσω καλυμμένων ομολόγων. Πετυχημένες εκδόσεις ομολόγων πραγματοποίησαν και κάποιες μεγάλες εταιρείες. Άρα σταδιακά αποκαθίσταται πλήρως η πρόσβαση στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα, διαμορφώνοντας τις συνθήκες για την οριστική και καθαρή έξοδο από την περίοδο των μνημονίων.

ΕΡ: Ο διοικητής της ΤτΕ κ. Γιάννης Στουρνάρας ανέφερε συγκεκριμένα ότι η Ελλάδα βρίσκεται έξι μονάδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, κάτι που πρέπει να διορθωθεί στο επόμενο 8μηνο. Είναι επαρκής ο χρόνος για να επιτευχθεί ο στόχος;

AΠ: Είναι γεγονός ότι οι οίκοι αξιολόγησης λειτουργούν με τα δικά τους κριτήρια και ρυθμό. Αποφεύγουν τις μεγάλες μεταβολές, καθώς αυτές μπορεί να πυροδοτήσουν μεγάλες διακυμάνσεις στις αγορές και να γεννήσουν ερωτηματικά ως προς την συνολική αξιοπιστία της αξιολόγησης, ειδικά σε περίπτωση που δεν έχει μεσολαβήσει κάποιο απρόβλεπτο γεγονός. Η περίπτωση, βέβαια, της Ελλάδας διαφέρει, καθώς ήδη η αγορά έχει προεξοφλήσει τις αναβαθμίσεις. Ως αποτέλεσμα οι τιμές των ελληνικών ομολόγων έχουν ενισχυθεί εντυπωσιακά, σε επίπεδα που αντιστοιχούν σε τίτλους επενδυτικής βαθμίδας, ενώ η αξιολόγηση των οίκων παραμένει χαμηλή. Το χάσμα αυτό θα κλείσει αλλά οι κινήσεις θα είναι σταδιακές.

Για τη μεταβατική περίοδο χρήσιμα συμπεράσματα μπορούν να προκύψουν από την εμπειρία άλλων κρατών που βρέθηκαν σε αντίστοιχη θέση. Οι ιρλανδικοί τίτλοι δεν απώλεσαν την αξιολόγηση επενδυτικής βαθμίδας παρά μόνο για ένα σύντομο διάστημα από τη Moody’s. Οι κυπριακοί, από την άλλη πλευρά, δεν έχουν επιστρέψει ακόμα σε αυτό το επίπεδο αξιολόγησης. Άρα, το κατάλληλο παράδειγμα είναι της Πορτογαλίας, όπου όταν ολοκληρώθηκε το μνημόνιο η αξιολόγηση από τους τρεις μεγάλους οίκους ήταν χαμηλότερη της επενδυτικής βαθμίδας. Μόλις τον Σεπτέμβριο του 2017 έγινε η πρώτη αναβάθμιση σε επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας από την S&P, προ λίγων εβδομάδων ακολούθησε η Fitch ενώ η Moody’s ακόμα δεν αξιολογεί τους πορτογαλικούς τίτλους στην επενδυτική βαθμίδα.

Όλα αυτά προφανώς τα γνωρίζουν οι επενδυτές και εστιάζουν περισσότερο στη γενικότερη τάση και τον ρυθμό της. Όσο για τις ανησυχίες που διατυπώνονται σχετικά με τη χρηματοδότηση του τραπεζικού τομέα, η εμπειρία της Κύπρου το 2016 μας δείχνει ότι η «καθαρή έξοδος» είναι απολύτως εφικτή και συμπαρασύρει τον τραπεζικό τομέα, καθώς οι τράπεζες αποκτούν εύκολη πρόσβαση στις αγορές και αυξάνονται οι καταθέσεις.

ΕΡ: Φαίνεται πως η ανάπτυξη το 2017 θα είναι σημαντικά χαμηλότερη από αυτήν που προέβλεπε η κυβέρνηση αλλά και διεθνείς οργανισμοί. Πού οφείλεται η υστέρηση; Και πού εδράζεται η αισιοδοξία ότι θα επιτευχθεί ο εξίσου φιλόδοξος στόχος του 2018;

AΠ: Αν και ακόμα δεν έχουμε τα στοιχεία για το σύνολο του 2017, φαίνεται ότι θα υπάρξει μια μικρή υστέρηση από τις αρχικές εκτιμήσεις – κάτι που αποτυπώθηκε και στον προϋπολογισμό του 2018. Τα προηγούμενα χρόνια υπήρξαν πολλές τέτοιες αποκλίσεις. Η αποτυχία επίτευξης στόχων ήταν βασικό χαρακτηριστικό της εφαρμογής των μνημονίων την περίοδο 2010-15.

Σε αντίθεση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις εμείς πετύχαμε εντυπωσιακές υπεραποδόσεις στους δημοσιονομικούς στόχους και σύντομα πιστεύω ότι θα έχουμε να παρουσιάσουμε αντίστοιχες επιδόσεις σε σχέση με την ανάπτυξη. Τα στοιχεία για το ΑΕΠ υποστηρίζουν το σενάριο περί ανάκαμψης της οικονομίας. Το καλοκαιρινό τρίμηνο το ΑΕΠ ήταν υψηλότερο κατά 0,3% εκείνου της άνοιξης. Το σημαντικότερο είναι ότι ήταν το τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο με αυξητική πορεία, κάτι που είχε να συμβεί από τα τέλη του 2006. Σε σταθερές τιμές το ΑΕΠ που παρήχθη κατά τα τέσσερα προηγούμενα τρίμηνα είναι το υψηλότερο της τελευταίας τετραετίας.

Εστιάζω σε αυτά τα στοιχεία από τους εθνικούς λογαριασμούς ακριβώς για να υπογραμμίσω ότι πλέον η ανάκαμψη δείχνει να έχει σταθερά και όχι συγκυριακά χαρακτηριστικά. Ενθαρρυντική είναι, επίσης, η εικόνα των επενδύσεων, με την Ελλάδα να κατατάσσεται για τρίτη συνεχόμενη χρονιά πρώτη σε απορρόφηση πόρων του ΕΣΠΑ και δεύτερη σε προσέλκυση επενδύσεων από το Ευρωπαϊκό Στρατηγικών Επενδύσεων – το γνωστό σχέδιο Γιούνκερ.

Τέλος, καταγράφεται σταθερή αποκλιμάκωση της ανεργίας, που τον Σεπτέμβριο του 2013 «άγγιζε» το 28%, στα τέλη του 2014 το 26% και τον Σεπτέμβριο υποχώρησε στο 20,5% – το χαμηλότερο επίπεδο από τον Οκτώβριο του 2011. Από όταν αναλάβαμε τη διακυβέρνηση έχει άρα μειωθεί κατά σχεδόν 5,5 ποσοστιαίες μονάδες, με τη μισή βελτίωση να συμβαίνει το τελευταίο 12μηνο. Συνεχίζοντας με τον ρυθμό αυτό μέχρι τις εκλογές, τον Σεπτέμβριο του 2019, το ποσοστό ανεργίας θα επιστρέψει στο 15%, επίπεδο όπου βρισκόταν στα τέλη του 2010, όταν ξεκινούσε η περίοδος των μνημονίων.

ΕΡ: Συμφωνείτε ότι αν δεν γίνουν πλειστηριασμοί, υπάρχει κίνδυνος να χρειαστεί νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών;

AΠ: Η εξυγίανση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων αποτελεί βασική προϋπόθεση για την πλήρη αποκατάσταση της ομαλής χρηματοδότησής τους από την ΕΚΤ και τις διεθνείς αγορές. Οι πλειστηριασμοί είναι ένα από τα εργαλεία για να πραγματοποιηθεί η εξυγίανση αυτή και πιθανότατα θα είναι εκείνο που τελικά θα χρησιμοποιηθεί λιγότερο. Η κυβέρνηση έχει διαμορφώσει ένα πλέγμα θεσμών και εργαλείων, τα οποία διευκολύνουν την εξυγίανση των χαρτοφυλακίων και την αναδιάρθρωση των δανείων.

Παράλληλα προστατεύουν τους δανειολήπτες, με ειδική μέριμνα για τους ασθενέστερους. Κατ’ αρχήν οι δανειολήπτες έχουν ακόμα περιθώριο ενός έτους να υποβάλλουν αίτηση υπαγωγής στον νόμο που διαμορφώσαμε το 2015, ο οποίος προστατεύει πλήρως την πρώτη κατοικία. Πέραν των παρεμβάσεων στον νόμο Κατσέλη, δημιουργήσαμε τον νόμο για την Εξωδικαστική Ρύθμιση Οφειλών Επιχειρήσεων, αναπτύξαμε ένα πρωτοφανές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα πλαίσιο προστασίας των δανειοληπτών από πιθανές επιθετικές πολιτικές των μη τραπεζικών ιδρυμάτων που θα αποκτήσουν δάνεια, ενώ προσφέραμε στους ασθενέστερους τη δυνατότητα νομικής και οικονομικής υποστήριξης των δανειοληπτών από το Δημόσιο, μακροχρόνιων ρυθμίσεων βάσει ικανότητας αποπληρωμής, επιδότησης των στεγαστικών δανείων, καθώς και διαγραφής του υπόλοιπου ποσού βάσει της πραγματικής αξίας της περιουσίας – για παράδειγμα, την εμπορική αξία ακινήτων. Τέλος, αναπτύσσουμε ένα δίκτυο ενημέρωσης και υποστήριξης δανειοληπτών, στο οποίο μπορούν να απευθύνονται οι ενδιαφερόμενοι σε όλη τη χώρα.

Άρα, είναι πλέον διαθέσιμα τα εργαλεία για την εξυγίανση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων αλλά και την προστασία των δανειοληπτών. Οι τράπεζες έχουν καταφέρει μέχρι τώρα να πετυχαίνουν τους στόχους που έχουν συμφωνήσει με τις ευρωπαϊκές αρχές, κάτι που αναμένεται να αποτυπωθεί σε λίγους μήνες και στα stress test. Δεδομένων όλων αυτών είναι αδιανόητη οποιαδήποτε σκέψη περί νέας ανακεφαλαιοποίησης.

EΡ: Είστε υπέρ της εξάντλησης της τετραετίας ή θεωρείτε ότι η ολοκλήρωση του μνημονίου τον Αύγουστο μπορεί να αποτελέσει αφορμή για πρόωρες εκλογές;

ΑΠ: Όπως πρόσφατα επανέλαβε ο πρωθυπουργός, οι εκλογές δεν θα γίνουν φέτος αλλά το 2019, με την ολοκλήρωση της συνταγματικά κατοχυρωμένης θητείας της Βουλής. Θα μπορούσε κάποιος να υποστηρίξει ότι τότε το πεδίο θα είναι πιο ευνοϊκό για την κυβέρνηση, καθώς θα έχει ολοκληρωθεί η έξοδος από την περίοδο των μνημονίων και οι πολίτες θα έχουν προλάβει να δουν τις συνέπειες σε όρους καθημερινότητας. Εκείνο, όμως, που μας απασχολεί περισσότερο είναι η συνεχής ενίσχυση του κλίματος σταθερότητας και εμπιστοσύνης. Δεν βλέπω το λόγο η πορεία αυτή να διαταραχτεί με πρόωρη προσφυγή στις κάλπες.

ΕΡ: Θα υπάρξει το 2018 μείωση του ΕΤΜΕΑΡ που καταβάλουν οι καταναλωτές ρεύματος ή/και της χρέωσης των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας υπέρ των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας;

AΠ: Η κυβέρνησή μας ανέλαβε το δύσκολο έργο του μηδενισμού του ελλείμματος στον Ειδικό Λογαριασμό από τον οποίο επιδοτείται η παραγωγή από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΕΛΑΠΕ). Υπενθυμίζω ότι το έλλειμμα αυτό στην αρχή της κυβερνητικής μας θητείας ξεπερνούσε τα 150 εκατ. ευρώ με αυξητικές τάσεις, παρά τις αλλεπάλληλες αυξήσεις που είχαν ήδη γίνει στη σχετική χρέωση στους λογαριασμούς ρεύματος (ΕΤΜΕΑΡ).

Εμείς προχωρήσαμε σε παρεμβάσεις τόσο στο σκέλος των εσόδων όσο και στο σκέλος των δαπανών του ΕΛΑΠΕ. Επιβάλαμε χρέωση στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας η οποία το 2017 απέφερε έσοδα στον ΕΛΑΠΕ περί τα 400 εκατ. ευρώ αποφεύγοντας νέες αυξήσεις στους λογαριασμούς. Παράλληλα θεσμοθετήσαμε ανταγωνιστικές δημοπρασίες για τον καθορισμό της τιμής με την οποία αποζημιώνονται οι παραγωγοί ΑΠΕ, μειώνοντας έτσι τις δαπάνες που θα χρηματοδοτεί εφεξής ο ΕΛΑΠΕ. Μόλις προχθές η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε το νέο μηχανισμό και η αρμόδια Επίτροπος, Μάργκρετ Βεστάγκερ, έκανε λόγο για μια πολύ θετική εξέλιξη που θα επιτρέψει τη μείωση του κόστους ενέργειας.

Προκύπτουν, έτσι, για τα επόμενα χρόνια, περιθώρια μείωσης και των εσόδων του ΕΛΑΠΕ – άρα των χρεώσεων. Σε πρώτη φάση θα θέλαμε να δημιουργηθεί ένα «μαξιλάρι» ρευστότητας, ώστε να ομαλοποιηθούν πλήρως οι πληρωμές. Ήδη η ΡΑΕ, που είναι η αρμόδια για το συγκεκριμένο ζήτημα, στην πρόσφατη απόφασή της βασίστηκε σε μια αισιόδοξη πρώτη εκτίμηση των συνεπειών από τον ισοσκελισμό του ΕΛΑΠΕ και επιφυλάχθηκε να επανέλθει στο θέμα τους επόμενους μήνες. Στο μεταξύ θα συνεχιστούν οι επαφές μας με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ώστε να καθορίσουμε το ακριβές μονοπάτι μείωσης των χρεώσεων.

EΡ: Το ΥΠΕΝ δεν έχει εκδώσει ακόμη την εγκύκλιο για την αυτονόμηση ιδιοκτησιών από την κεντρική θέρμανση με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να επικρατεί ένας βαθμός αβεβαιότητας γύρω από τις προϋποθέσεις και τις συνέπειες της αυτονόμησης. Η Ομοσπονδία Ιδιοκτητών εξέδωσε εγκύκλιο που περιλαμβάνει δέκα βήματα για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Πότε σχεδιάζετε να εκδοθεί η εγκύκλιος του ΥΠΕΝ;

AΠ: Σε άρθρο του νόμου για το Δομημένο Περιβάλλον που ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο, προβλέπεται ότι εφόσον κάποιος θέλει να προχωρήσει σε ενεργειακή αναβάθμιση του διαμερίσματος του, μπορεί να αυτονομηθεί από την κεντρική θέρμανση χωρίς σύμφωνη γνώμη της Γενικής Συνέλευσης της πολυκατοικίας. Δικαιούται, δηλαδή, να προβεί με δική του δαπάνη, ευθύνη και επιμέλεια, στην αποσύνδεση της ιδιοκτησίας του, μονώνοντας τους σωλήνες της κεντρικής θέρμανσης που διέρχονται από αυτήν, κατά τρόπο που να μη θίγει τη θέρμανση των ιδιοκτησιών των λοιπών συνιδιοκτητών. Μετά την αυτονόμηση, ο ιδιοκτήτης απαλλάσσεται από σύνολο των δαπανών καυσίμου της κεντρικής θέρμανσης αλλά συνεχίζει να βαρύνεται με τις λοιπές δαπάνες του συστήματος, τακτικές και έκτακτες. Το θεσμικό πλαίσιο έχει ολοκληρωθεί και δεν απαιτείται κάποια άλλη παρέμβαση.

EΡ: Πού βρίσκεται η διαπραγμάτευση σε σχέση με την παρουσία της ΔΕΠΑ στην αγορά φυσικού αερίου; Έχει συμφωνηθεί η αποχώρηση από τις ΕΠΑ Θεσσαλονίκης/Θεσσαλίας και η ενίσχυση της παρουσίας της στην Αττική; Μετά την ΔΕΠΑ, θα υπάρξει συνέχεια αλλαγών σε διοικήσεις των ΔΕΚΟ που εποπτεύει το ΥΠΕΝ;

Βασικός γνώμονας των επιλογών μας είναι η διατήρηση της αξίας της ΔΕΠΑ και η κατοχύρωση της ανταγωνιστικής θέσης της στην αγορά φυσικού αερίου. Στο πλαίσιο αυτό, προσανατολιζόμαστε στην ενίσχυση της θέσης της στο Νότο. Οι λεπτομέρειες θα αποφασιστούν και θα δρομολογηθούν, βέβαια, από τις ίδιες τις εταιρείες. Όσον αφορά, τώρα, τις αλλαγές σε διοικήσεις ΔΕΚΟ, το Υπουργείο ως εποπτεύων φορέας παρακολουθεί στενά τα τεκταινόμενα, αξιολογεί τις επιδόσεις και είναι πάντοτε παρών για να διασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία των επιχειρήσεων, στο πλαίσιο που θέτει η εθνική ενεργειακή πολιτική (πηγή) ΒΡΕΣ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΔΩ

Advertisements