Αύξηση της κύριας σύνταξης με αλλαγή των ποσοστών αναπλήρωσης προκειμένου να είναι αναλογικότερη των εισφορών που έχει καταβληθεί, αναπροσαρμογή της επικουρικής σύνταξης και φορολογικά κίνητρα για να εντάξουν οι ασφαλισμένοι την ιδιωτική ασφάλιση στη ζωή τους περιλαμβάνει το σχέδιο του υπουργείου Εργασίας για την αναμόρφωση του νέου ασφαλιστικού τοπίου της χώρας.
Ειδικότερα το υπουργείο Εργασίας το επόμενο διάστημα θα προχωρήσει στην κατάθεση σχεδίου νόμου, το οποίο θα περιλαμβάνει ένα μικτό σύστημα τριών πυλώνων, το οποίο θα ενσωματώνει τόσο τα διανεμητικά όσο και τα κεφαλαιοποιητικά στοιχεία.
Αύξηση της κύριας σύνταξης
Ο πρώτος πυλώνας θα συγκροτείται από την εθνική σύνταξη, η οποία θα παραμείνει κρατική, υποχρεωτική, διανεμητική (pay-as-you-go) και αναδιανεμητική, χρηματοδοτούμενη από τον κρατικό προϋπολογισμό μέσα από τη φορολογία και από την ανταποδοτική σύνταξη, το ύψος της οποίας θα πρέπει να συνδέεται πιο αναλογικά από ό,τι προβλέπεται σήμερα, με τις καταβληθείσες εισφορές. Αυτό σημαίνει ότι θα είναι πιο ανταποδοτική η σύνταξη που θα καταβάλλεται σε σχέση με τις εισφορές που έχουν καταβληθεί.
Το νέο σχέδιο προβλέπει νέους συντελεστές αναπλήρωσης των συντάξεων προκειμένου να καθιερωθούν νέα βελτιωμένα ποσοστά αναπλήρωσης πρωτίστως για όσους έχουν πάνω από τα 35 έτη εργασίας.
Βρες Δουλειά ΕΔΩ
Δείτε επίσης:
Το στοιχείο της ανταποδοτικότητας μεταξύ παροχής και ετών ασφάλισης θα αντιμετωπιστεί με αναλογικότερους και δικαιότερους συντελεστές αναπλήρωσης.
Έτσι το υπουργείο εξετάζει την επανεξέταση των βασικών ρυθμίσεων, κυρίως την αποκατάσταση της αναλογικότητας στις συντάξεις, με βελτιώσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης πρωτίστως για όσους έχουν πάνω από 35 έτη, ώστε το τελικό ποσό σύνταξης να αντανακλά σε καλύτερη αναπλήρωση του μισθού.
Ειδικότερα εξετάζεται να αυξηθούν οι σημερινοί συντελεστές του νόμου Κατρούγκαλου κατά 8% ή 10% μετά τα 28 έτη ασφάλισης, όπου και παρατηρούνται οι μεγαλύτερες μειώσεις συντάξεων ανεξαρτήτως μισθού, σε σχέση με τα ποσά συντάξεων πριν από το νόμο 4387/2016.
Παράλληλα αύξηση πάνω από το 10% θα προβλέπεται μετά τα 35 έτη ώστε να υπάρξει κίνητρο για μεγάλυτερη σύνταξη.
Παράδειγμα
Για παράδειγμα μισθωτός με 35 έτη και μέσες μηνιαίες αποδοχές 1.000 ευρώ από το 2002 ως το 2019, θα πάρει σύνταξη 722 ευρώ. Με αύξηση των ποσοστών αναπλήρωσης κατά 8% παίρνει 749 ευρώ, ενώ με αύξηση των ποσοστών κατά 10% παίρνει 756 ευρώ. Οι αυξήσεις που μπορεί να προκύψουν είναι από 27 ως 34 ευρώ το μήνα, ήτοι 3,7% ως 4,7%, ανάλογα με το αν το ποσοστό αναπλήρωσης της 35ετίας αυξηθεί από 33,81% που είναι σήμερα στο 36,51% (+8%), ή στο 37,19% (+10%).
Κερδισμένοι θα είναι :
1. Οι εν συνταξιούχοι που έχουν προσωρινή σύνταξη και θα πάρουν την τελική τους σύνταξη με αυξημένο ποσό, από τη στιγμή που ισχύσουν οι βελτιώσεις στα ποσοστά αναπλήρωσης.
2. Οι υποψήφιοι συνταξιούχοι από το 2020 καθώς θα λάβουν απευθείας τα νέα αυξημένα ποσά της ανταποδοτικής σύνταξης.
3. Οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν με το νόμο Κατρούγκαλου από 13/5/2016 ως 2019 στους οποίους θα εφαρμοστούν τα νέα αυξημένα ποσοστά με το νέο νόμο, όχι όμως αναδρομικά αλλά μετά την ισχύ του νέου νόμου.
Αυξημένη επικουρική σύνταξη
Ο δεύτερος πυλώνας θα είναι κεφαλαιοποιητικός και εξίσου υποχρεωτικός. Οι εισφορές, τόσο από τους εργαζόμενους, όσο και από τους εργοδότες θα κεφαλαιοποιούνται και θα διατηρούνται σε έναν ατομικό λογαριασμό, κάτι σαν ατομικό κουμπαρά, ο οποίος θα ανήκει στον ασφαλισμένο και ο οποίος ουσιαστικά θα ‘αυγατίζει’, εξασφαλίζοντας στον εργαζόμενο όταν φτάσει σε ηλικία συνταξιοδότησης, σημαντικές οικονομικές αποδόσεις. Με την υπάρχουσα οικονομική κρίση για ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων, οι ασφαλιστικές εισφορές είναι η μοναδική αποταμίευση που θα μπορέσουν να κάνουν στη ζωή τους, επομένως οι καλύτερες αποδόσεις είναι πολύ σημαντικές.
Έτσι σταδιακά, η επικουρική θα αποτελεί σημαντικό κομμάτι της συνολικής σύνταξης ενώ σήμερα, η μέση επικουρική δεν ξεπερνά τα 180 ευρώ.
Ο δεύτερος πυλώνας θα έχει εξίσου υποχρεωτικό χαρακτήρα ενώ θα εξασφαλίζει στους ασφαλισμένους σημαντικούς βαθμούς ελευθερίας: ηλικία λήψης προϊόντος, μείγμα εφάπαξ και μηνιαίων καταβολών και επενδυτική στρατηγική αλλά και εναλλακτικό επενδυτικό φορέα πέραν του κρατικού. Οι εναλλακτικοί φορείς ασφάλισης θα μπορούν να είναι επαγγελματικά ταμεία ή επενδυτικές και ασφαλιστικές εταιρείες που θα ελέγχονται αυστηρά και θα επιβλέπονται από την Τράπεζα της Ελλάδος και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Το ΕΤΕΑΕΠ, αναμορφώνεται και αναβαθμίζεται σε διαχειριστή της νέας επικουρικής, ενώ βασικό ρόλο θα έχει και η σημερινή εταιρεία διαχείρισης των διαθεσίμων των ασφαλιστικών ταμείων.
Το νέο επικουρικό σύστημα εξετάζεται να εφαρμοσθεί στους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας από 1/1/2021. Βάσει των μέχρι τώρα υπολογισμών, το σωρευτικό κόστος της σαρανταετούς πλήρους μετάβασης στο νέο επικουρικό σύστημα δεν θα ξεπερνά το 0.5% του σωρευτικού ΑΕΠ, επομένως θα είναι οικονομικά βιώσιμο. Επιπλέον, εκτιμάται ότι με την πλήρη μετάβαση στο νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα επικουρικής ασφάλισης, θα δημιουργηθούν στην ελληνική αγορά κεφάλαια, που ενδέχεται να ξεπεράσουν και τα 50 δισ. ευρώ.
Ιδιωτική ασφάλιση
Ο τρίτος πυλώνας παραμένει αποκλειστικά προαιρετικός, κεφαλαιοποιητικός και ιδιωτικός. Ο εργαζόμενος θα έχει τη δυνατότητα να επενδύσει ένα μέρος των αποταμιεύσεών του ώστε με το τέλος του εργασιακού του βίου να έχει εξασφαλίσει ένα επιπλέον εισόδημα. Η δυνατότητα αυτή υπάρχει και σήμερα στη χώρα μας αλλά πλέον θα δοθούν επιπλέον φορολογικά κίνητρα, προκειμένου να αυξήσουμε τη συμμετοχή των εργαζομένων.
Δείτε επίσης: